Ανθρώπινα όρια στο sprint και πορεία των παραγόντων επίδοσης από τα παιδιά μέχρι τους πρωταθλητές
Πλούταρχος Σαρασλανίδης 10:00 14-01-2024
Σε μια παλαιότερη (2017) έρευνα Νορβηγών επιστημόνων με τίτλο «9.58 and10.49: Nearing the citius end for100m?» αναρωτιούνται εάν τα όρια της ανθρώπινης απόδοσης στο σπριντ των 100 μέτρων έχουν ήδη επιτευχθεί;
Στο άρθρο διαβάζουμε ότι τα παγκόσμια ρεκόρ έχουν φθάσει στο 99% των τιμών τους με πρόβλεψη για ανώτατο όριο απόδοσης 9.48 και 10.39 για 100 μέτρα σπριντ σε άνδρες και γυναίκες, αντίστοιχα.
Η μέγιστη ταχύτητα κίνησης, δηλαδή το όριο ταχύτητας, επιτυγχάνεται όταν οι χρόνοι επαφής του εκάστοτε σκέλους στήριξης με το έδαφος και οι χρόνοι αιώρησης των ποδιών μειώνονται στο ελάχιστο. Και η πιο σημαντική διαφορά, μεταξύ των αθλητών διαφορετικού αγωνιστικού επιπέδου, είναι οι χρόνοι επαφής του εκάστοτε σκέλους στήριξης με το έδαφος. Όμως σημειώνω ότι και οι αθλητές ιδίου επιπέδου παρουσιάζουν μικρές διαφορές στους χρόνους επαφής που οφείλονται στο σωματικό ανάστημα. Με άλλα λόγια οι πιο κοντοί αθλητές έχουν μικρότερο χρόνο επαφής και μικρότερο διασκελισμό. Αντίθετα οι ψηλοί, όπως ο Usain Bolt, με σωματικό ανάστημα 1,96μ., οι χρόνοι επαφής του είναι μεγαλύτεροι από τους αθλητές ιδίου επιπέδου. Ο Bolt, έχοντας μεγαλύτερο διασκελισμό, έτρεξε γρηγορότερα σε σχέση με τους ανταγωνιστές του.
Μία ισχυρή τάση μεταξύ των δρομέων ταχύτητας παγκόσμιας κλάσης είναι ότι το μήκος του διασκελισμού παραμένει πολύ σταθερό με την πάροδο του χρόνου. Και αυτό γιατί η ουσιαστική βελτίωση του μήκους διασκελισμού επιτυγχάνεται στην αναπτυξιακή φάση. Η κινηματική ανάλυση αποκαλύπτει ότι ο Usain Bolt τρέχει την απόσταση των 100μ. με 41 διασκελισμούς (μέσος όρος μήκους διασκελισμού: 2,44 μ.), σχεδόν σε όλες του τις κούρσες των 100μ. από το 9.58 έως 10.00. Επιπλέον ένας παλαιότερος σπρίντερ, ο Ben Johnson, έτρεξε σε 10.44 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1983 και σε 9.79 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1988, με 46 ½ διασκελισμούς και στους δύο αγώνες (μέσος όρος: 2,15μ.). Σημειώνω, ενημερωτικά, ότι η μέγιστη τιμή του μήκους διασκελισμού, που πετυχαίνετε στη τελική φάση του δρόμου των 100μ., δηλαδή από τα 80 έως 100μ.μπορεί να είναι μεγαλύτερη κατά 25-30 εκατοστά από το μέσο όρο. Για παράδειγμα ο Usain Boltέχει μέγιστο μήκος 2,71μ.
Με βάση την παραπάνω τάση, δηλαδή την σταθεροποίηση του μήκους του διασκελισμού, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι αθλητές βελτιώνονται με την μείωση του χρόνου εκτέλεσης του κάθε διασκελισμού(=μείωση του χρόνου στήριξης και του χρόνου αιώρησης των σκελών), δηλαδή βελτίωση της συχνότητας διασκελισμού, χωρίς μείωση του μήκους.
Ένας βασικός κανόνας μεταξύ των προπονητών σπριντ είναι ότι το μήκος διασκελισμού που έχει ένας αθλητής στα 20 του χρόνια θα είναι ο διασκελισμός που θα έχει στο υπόλοιπο της καριέρας του, παρά την πιθανή βελτίωση της δύναμης με την προπόνηση τα επόμενα χρόνια. Σημειώνω ότι υπάρχουν εξαιρέσεις αθλητών που βελτίωσαν το μήκος διασκελισμού τους αργότερα, αλλάζοντας την τεχνική τους και αυτό σημαίνει ότι πριν έτρεχαν λάθος...
Με βάση αυτά τα δεδομέναστον ελληνικό χώρο, η αρχική μου διαπίστωση είναι ότι, διαχρονικά, οι περισσότεροι αθλητές-τριες από πολύ μικροί, τρέχουν με μεγάλη συχνότητα, χωρίς να έχουν πετύχει προηγουμένως την βελτίωση του μήκους διασκελισμού τους, με βάση το σωματότυπο τους – που είναι προαπαιτούμενο.
Έχοντας τα ατομικά στοιχεία από δύο κορυφαίους Έλληνες αθλητές (Κεντέρης, Θεοδωρίδης) που γυμνάσθηκαν και μαζί μου θα αναφέρω την πορεία του μήκους διασκελισμού τους. Πιο συγκεκριμένα ο Θεοδωρίδης όταν ήλθε να γυμνασθεί μαζί μου, ως έφηβος, έκανε 51 διασκελισμούς στα 100μ.(10.70) και όταν έφυγε έκανε 46 διασκελισμούς (10.22). Αντίθετα ο Κεντέρης στα 200μ., που πέτυχε μαζί μου 20.50, έκανε 85(45+40) διασκελισμούς, όσους έκανε και όταν κέρδισε το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 2002 με 19.85. Ενδιάμεσα, όταν κέρδισε τους Ο.Α. του 2000 (20.09) έκανε 87(45+42)διασκελισμούς. Προφανώς ο Κεντέρης, τον πρώτο χρόνο που άλλαξε προπονητή, έτρεξε με «εσκεμμένα» μικρότερο διασκελισμό..
Συμπληρώνοντας την αναφορά μου σε αθλητές που γυμνάσθηκαν μαζί μου, θα αναφέρω και την περίπτωση της Πατουλίδου η όποια όταν έκανε μόνο 100μ. τα έτρεχε με 48 διασκελισμούς (11.27) και αργότερα, όταν ειδικεύθηκε στα εμπόδια, έκανε 52 διασκελισμούς (11.43), με εσκεμμένα μικρότερους διασκελισμούς, γιατί ήθελα να τρέχει τα 100μ. με τον ίδιο μέσο όρο (μ.ο.) μήκους διασκελισμού που εφάρμοζε στους ενδιάμεσους διασκελισμούς στα 100μ. με εμπόδια. Στόχος ήταν η μεγιστοποίηση της επίδοσης στα εμπόδια.
Το «πρόβλημα» με τα μικρά βήματα, στους νέους αθλητές, ξεκινάει από την προεφηβική βιολογική ηλικία (11-12 χρόνων) τότε που τα μικρά παιδιά έχουν την μεγαλύτερη συχνότητα διασκελισμού από όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Όταν τρέχουν σε αγώνες και κερδίζουν κάνοντας μικρά βήματα, σχηματίζουν την εντύπωση ότι έτσι πρέπει να τρέχουν.. Όμως όσο μεγαλώνουν-δυναμώνουν και ψηλώνουν πρέπει να επιδιώξουν, δια μέσου των προπονητών τους, την ανάλογη βελτίωση του μήκους διασκελισμού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ΤΟ ΣΠΡΙΝΤ ΕΙΝΑΙ ΤΕΧΝΙΚΟ ΤΡΕΞΙΜΟ...
Επιπλέον η λάθος εκτίμηση των νέων αθλητών για την πραγματοποίηση των διασκελισμών στην εκκίνηση, όπου η προσπάθεια για «γρήγορη» επιτάχυνση, οδηγεί τους αθλητές σε μικρότερα βήματα, σε σχέση με το δυναμικό τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν εφαρμόζουν πλήρη ώθηση του εκάστοτε σκέλους ώθησης στα πρώτα 7-8 βήματα. Προφανώς τα πρώτα βήματα, σε απόλυτα νούμερα, είναι μικρά αλλά γίνονται με πλήρη ώθηση και έτσι δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για μεγαλύτερους διασκελισμούς και στα επόμενα στάδια της διαδρομής..
Έχω, διαχρονικά από την μακρόχρονη προπονητική μου εμπειρία, πολλά παραδείγματα αθλητών-τριων μου που όταν ήλθαν να γυμνασθούν μαζί μου έκαναν πολύ μικρά βήματα και αναγκάστηκα να δαπανήσω πολύ προπονητικό χρόνο για να αλλάξω αυτό το «στερεότυπο». Μεθοδολογικά είναι πολύ δύσκολο και δεν το πέτυχα σε όλες τις περιπτώσεις... Όμως πεποίθηση μου είναι ότι η βελτίωση του μήκους διασκελισμού, κυρίως με υπομέγιστες διαδρομές και έλεγχο της τεχνικής σε νέους αθλητές, είναι το προαπαιτούμενο στοιχείο για να φθάσουν στην ηλικία μεγιστοποίησης της απόδοσης με ευνοϊκές προϋποθέσεις.
Σύμφωνα με την κινηματική των δρόμων ταχύτητας μόνο με την «ευνοϊκή σχέση μήκους και συχνότητας διασκελισμού» θα πετύχει ένας αθλητής την μεγιστοποίηση της επίδοσης του.