Πώς τα Super Shoes ανέτρεψαν το μοντέλο χορηγίας των αθλητών και άλλαξαν την ιστορία του τρεξίματος
Runbeat Team 15:02 14-06-2022
Tην ώρα που στη χώρα μας ακόμη υπάρχουν αρκετές φωνές που ισχυρίζονται ότι τα παπούτσια νέας τεχνολογίας μπορεί να είναι σίγουρα καλύτερα από εκείνα του παρελθόντος αλλά δεν επηρεάζουν θεαματικά τις επιδόσεις, στον υπόλοιπο δρομικό κόσμο απλά δεν εθελοτυφλούν αφού την τελευταία 6ετια οπότε μπήκαν στη ζωή μας τα παπούτσια με ανθρακονήματα (carbon shoes) έχουν λάβει τις απαντήσει με πλήθος επιστημονικών στοιχείων και όχι με υποκειμενικές θεωρίες, στο πόσο έχουν βελτιώσει τις επιδόσεις. Άλλωστε η κατάρριψη των παγκόσμιων ρεκόρ το αντίστοιχο χρονικό διάστημα στις αποστάσεις από τα 5 χιλιόμετρα έως και τον Μαραθώνιο, είναι η σοβαρότερη επιβεβαίωση.
Το παρακάτω γράφημα δείχνει την εξέλιξη του παγκοσμίου ρεκόρ στο Μαραθώνιο ανδρών από το 2004 μέχρι σήμερα. Κάθε νέο ρεκόρ πριν το 2018 σημειωνόταν με βελτίωση του χρόνου από 15 έως 29 δευτερόλεπτα. Όμως με την είσοδο των παπουτσιών τεχνολογικής αιχμής το παγκόσμιο ρεκόρ βελτιώθηκε κατά 78 δευτερόλεπτα! Αν μιλούσαμε για βελτιώσεις κατά 0,2% έως 0,4% πλέον μιλάμε για βελτιώσεις 1,5% .
Έτσι αφού έχουν καταλήξει στα βασικά, η συζήτηση στο δρομικό κόσμο-προφανώς εκτός Ελλάδας - έχει πλέον «αλλάξει πίστα». Αυτή τη φορά, το ερώτημα δεν είναι αν τα σούπερ παπούτσια υπονομεύουν τον υγιή ανταγωνισμό αλλά αν οι επαγγελματίες δρομείς αναγκάζονται να επιλέξουν μεταξύ της επίτευξης της καλύτερης δυνατής συμφωνίας χορηγίας και της μεγιστοποίησης των πιθανοτήτων επιτυχίας τους, διατηρώντας την ελευθερία να αγωνίζονται με τα παπούτσια της προτίμησής τους. Το δίλημμα για τους ελίτ-επαγγελματίες δρομείς είναι μεταξύ της οικονομικής ασφάλειας που προσφέρει ένα συμβόλαιο με μια εταιρία παπουτσιών και της ελεύθερης επιλογής, αναλαμβάνοντας το ρίσκο της στόχευσης ναι μεν σε με μια καλύτερη επίδοση αλλά χωρίς την οικονομική στήριξη της εταιρείας που δεν διαθέτει παπούτσια τεχνολογικής αιχμής.
Ένα από τα πιο πρόσφατα και πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι εκείνα των πρώτων Αμερικανών που τερμάτισαν στον ιστορικό Μαραθώνιο της Βοστώνης φέτος. Ο Scott Fauble και η Nell Rojas ήταν οι ταχύτεροι Αμερικανοί στους αγώνες ανδρών και γυναικών, σημειώνοντας ατομικά ρεκόρ με 2:08:52 και 2:25:57, αντίστοιχα. Και οι δύο αθλητές είχαν πρόσφατα ακυρώσει τα συμβόλαια χορηγίας τους και έτρεχαν χωρίς «εταιρικές δεσμεύσεις». Ο Fauble αποφάσισε να μην ανανεώσει τη σχέση του με τη Hoka στα τέλη του περασμένου έτους, ενώ η Rojas έληξε η ίδια το συμβόλαιό της με την Adidas πριν από τη Βοστώνη και ενώ η συνεργασία τους είχε μόλις ξεκινήσει.
Ο Fauble υποστήριξε ότι η απόφασή του βασίστηκε στο γεγονός ότι είχε πιάσει «πάτο» και ήθελε να θέσει την προπόνησή του σε νέες βάσεις αποφεύγοντας να αναφερθεί ευθέως ότι η απόφαση του καθορίστηκε από το γεγονός ότι ήθελε να αγωνίζεται με παπούτσια που έχουν αποδειχθεί καλύτερης τεχνολογίας. Αντιθέτως η Rojas δεν δίστασε να παραδεχθεί ότι τα αγωνιστικά παπούτσια της Adidas δεν της ταίριαζαν. Στη Βοστώνη, και οι δύο αθλητές κατέληξαν να τρέξουν τους ταχύτερους μαραθωνίους τους μέχρι σήμερα με τα παπούτσια Alphafly της Nike, παρόλο που δεν είχαν συμφωνίες με την εταιρεία.
Η επιτυχία τους φαινόταν να είναι μια ακούσια υποστήριξη για τη Nike, μια μάρκα της οποίας το προϊόν ήταν τόσο καλό που οι καλύτεροι Αμερικανοί δρομείς είχαν επιλέξει να αγωνιστούν σε αυτό χωρίς να πληρωθούν για να το κάνουν.
Τουλάχιστον έτσι το είδαν κάποιοι. Μάλιστα αυτή η απόφαση τους, προκάλεσε μεγάλες συζητήσεις στις Η.Π.Α , οι οποίες ακόμη συνεχίζονται. Η νικήτρια της Βοστώνης το 2018 Des Linden που έχει χορηγό της Brooks υποστήριξε μετά τον φετινό αγώνα ότι «Μερικοί από τους πιο γρήγορους δρομείς στην αμερικανική ιστορία έτρεξαν δωρεάν. Αν οι καλύτεροι είναι πρόθυμοι να πάρουν 0 $ από έναν χορηγό παπουτσιών επειδή πιστεύουν ότι χρειάζονται VF (δηλαδή το Vaporfly, ο προκάτοχος του Alphafly) για να είναι ανταγωνιστικοί, γιατί να τους πληρώσει η Nike;», θέλοντας με αυτό τον τρόπο να καταδείξει ότι υπάρχει κίνδυνος να απαξιωθεί η έννοια των συμβολαίων.
Η νέα εποχή στα παπούτσια έχει επίσης αποκαλύψει ένα ακόμη παράδοξο. Οι εταιρείες μέχρι πρότινος συνήθιζαν να πληρώνουν τους δρομείς για να δείξουν την αποτελεσματικότητα του προϊόντος τους, παρόλο που όλοι γνώριζαν ότι τα παπούτσια δεν είχαν πραγματικά μεγάλη σημασία στην επίδοση. Ήταν πραγματικά. έχει τόση σημασία. Αφού η Nike εξόπλισε κρυφά τους αθλητές της με το πρωτότυπο Vaporfly κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2016 και αφού τα επιστημονικά στοιχεία που ακολούθησαν από ανεξάρτητα εργαστήρια απέδειξαν ότι τα οφέλη απόδοσης των παπουτσιών ήταν πραγματικά, η επιλογή ενός αθλητή στα υποδήματα έγινε ξαφνικά απαραίτητη. Για να γίνουν τα πράγματα ακόμα πιο περίπλοκα, τα πλεονεκτήματα του Vaporfly ήταν πιο έντονα για ορισμένους δρομείς παρά για άλλους. Μόλις οι αντίπαλες εταιρείες κυκλοφόρησαν με τα δικά τους μοντέλα super shoes, ορισμένοι δρομείς αναρωτήθηκαν αν πράγματι ανταποκρίνονται εξίσου καλά. H Rojas είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Θεωρητικά, κάθε εταιρεία που αναπτύσσει ένα ανώτερο σχέδιο παπουτσιών θα μπορούσε να κρατά ομήρους τους αθλητές. Είναι όμως αυτό πραγματικά ένα ζήτημα ιδιαίτερα τώρα που οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες παπουτσιών έχουν εξοπλίσει τους δικούς τους δρομείς με παπούτσια τεχνολογικής αιχμής και δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις ότι κάποιο μεμονωμένο μοντέλο προσφέρει αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα;
Η Molly Seidel, η χάλκινη Ολυμπιονίκης του Τόκιο και αναμφισβήτητα η πιο επιτυχημένη μαραθωνοδρόμος των ΗΠΑ αυτή τη στιγμή, αγωνίζεται στην Puma—μια εταιρεία που μόλις πρόσφατα έκανε μια ώθηση για να ενισχύσει την παρουσία της στην αγορά παπουτσιών. Ενώ η Aliphine Tuliamuk κέρδισε τις Ολυμπιακά Trials των ΗΠΑ του 2020 με την εταιρία της τη Hoka καταφέρνοντας να επικρατήσει έναντι μιας μεγάλης ομάδας αθλητριών που φορούσαν το Alphafly που μόλις είχε μπει στην αγορά.
Αδιαμφισβήτητα το παιχνίδι χορηγιών έχει αλλάξει καθώς οι εταιρείες με ανώτερη τεχνολογία παπουτσιών συνειδητοποιούσαν ότι δεν χρειαζόταν να πληρώνουν τόσο πολύ τους αθλητές, εστιάζοντας μάλιστα τα διαθέσιμα κονδύλια σε άτομα με μεγάλη επιρροή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό που βλέπουμε είναι ότι οι εταιρείες που δεν έχουν παπούτσια που να είναι στο ίδιο επίπεδο είναι πραγματικά οι μόνες που προσφέρουν πολλά χρήματα στους αθλητές επειδή βασικά πρέπει να ...δελεάσουν τον αθλητή αφού η εταιρεία γνωρίζει ότι διαθέτει ένα υποδεέστερο προϊόν συγκριτικά με άλλα που κυκλοφορούν ανταγωνίστριες εταιρείες.
Όπως είναι λογικό, ορισμένοι δρομείς έχουν απογοητευτεί με την υπερβολική εστίαση στα υποδήματα και αυτό γιατί αποξενώνει τους επίδοξους θαυμαστές, εκτρέπει την προσοχή από τον ίδιο τον αγώνα και υποβαθμίζει την αξία των επιδόσεων. Αν και στην πραγματικότητα το να μιλάς για «μαγικά» παπούτσια δεν είναι τόσο κακός τρόπος για να κάνεις τον θεατή να ενδιαφέρεται για να παρακολουθεί ανθρώπους να τρέχουν για δύο ώρες, σίγουρα δεν πρέπει να αποτελεί το κυρίαρχο θέμα έναντι της αγωνιστικής προσπάθειας.
Αλλά αν υπάρχει ένα θετικό στη συζήτηση για τα παπούτσια, θα μπορούσε να είναι ότι περιστασιακά έχει εμπνεύσει εικασίες σχετικά με το πώς θα ήταν το επαγγελματικό τρέξιμο εάν περισσότεροι αθλητές δεν εξαρτώνταν από ένα συμβόλαιο παπουτσιών ως την κύρια πηγή εισοδήματός τους. Ίσως το τρέχον μοντέλο χορηγίας πρέπει να αναθεωρηθεί προκειμένου να βρεθεί μια πιο βιώσιμη εναλλακτική.
Σε κάθε περίπτωση η ίδια η συζήτηση που έχει αναπτυχθεί έρχεται να επιβεβαιώσει πόσο πολύ άλλαξε η ιστορία του τρεξίματος με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και να απαντήσει ως μια ακόμη απόδειξη πόσο επηρεάζουν τα super shoes τις αγωνιστικές προσπάθειες.