Αθλητικό βάρος και σωματικό λίπος: Οι δυνάστες της αθλητικής απόδοσης
Runbeat Team 15:15 28-08-2024
Για δεκαετίες, η ιδέα ότι «το ελαφρύτερο είναι πιο γρήγορο», ήταν η κυρίαρχη μυθολογία που πέρασαν οι περισσότεροι προπονητές στίβου όσον αφορά την προετοιμασία, ειδικά για τους αθλητές αντοχής. Οι προπονητές ενθάρρυναν τους δρομείς και ιδιαίτερα τις γυναίκες που συχνά έχουν υψηλότερα ποσοστά σωματικού λίπους από τους άντρες, να χάσουν βάρος για να βελτιώσουν την απόδοση τους.
Σήμερα, πολλοί δρομείς ανατρέπουν τον μύθο. Ανακαλύπτουν πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι ο υποσιτισμός – συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων της διαταραγμένης διατροφής – και αναζητούν καθοδήγηση που να υποστηρίζει τη σωστή τροφοδοσία. Το παλιό μοντέλο προπόνησης που βασιζόταν στον εξαιρετικά αδύνατο σωματότυπο δίνει σταδιακά τη θέση του στην έμφαση στη δύναμη και την αντοχή.
Πολλοί προπονητές παραδέχονται πλέον, ότι η εστίαση στη μείωση των ποσοστών σωματικού λίπους μπορεί να προκαλέσει πολύ περισσότερο κακό παρά καλό. Όταν οι αθλητές χάνουν πάρα πολύ βάρος, μπορεί να οδηγήσει σε οστική απώλεια και κατάγματα, αμηνόρροια για τις γυναίκες (απώλεια εμμήνου ρύσεως) και βλάβη σε όλα τα άλλα σημαντικά συστήματα, από τη νευρολογική έως την καρδιαγγειακή λειτουργία.
Ουσιαστικά ο υποσιτισμός σε σχέση με τις αυξημένες ενεργειακές ανάγκες λόγω της προπόνησης ,τους θέτει στον κίνδυνο μιας κατάστασης που ονομάζεται Σχετική Ενεργειακή Ανεπάρκεια στον αθλητισμό. Όταν ένας αθλητής που προπονείται σε υψηλό επίπεδο στερεί από το σώμα του το «καύσιμο», μπορεί να δει ένα πολύ βραχυπρόθεσμο πλεονέκτημα απόδοσης, αλλά συχνά αυτό δεν διαρκεί και μπορεί να συσσωρεύσει σωματικές και ψυχικές βλάβες.
Ενα απο τα πολλα παραδείγματα του αθλητικού υποσιτισμού
Μια απο τις πιο γνωστές περιπτώσεις ειναι η Αμερικανίδα Allie Ostrander, πρώην πρωταθλήτρια του NCAA στο στιπλ. Το 2021 έγινε γνωστό ότι θα υποβληθεί σε ενδονοσοκομειακή θεραπεία για διαταραγμένη διατροφή , μετά από πολλαπλούς τραυματισμούς οστικού στρες και έλλειψη περιόδου για χρόνια. Καθώς άρχισε να αναρρώνει, αναζήτησε καθοδήγηση που θα υποστήριζε μια υγιή προσέγγιση στην εικόνα του σώματος και την τροφοδοσία.
Η ίδια είχε παραδεχτεί τότε οτι «Πίστευα ότι το σώμα μου έπρεπε να αλλάξει για να αλλάξει η φυσική μου κατάσταση, αλλά η φετινή χρονιά μου έμαθε ότι αυτό δεν είναι αλήθεια». Τρία χρόνια μετά η ίδια αθλήτρια δήλωσε οτι «Είμαι καλύτερα στο τρέξιμο επειδή η προπόνησή μου βελτιώθηκε, όχι επειδή μοιάζω περισσότερο με δρομέα». Στην πραγματικότητα, σημείωσε νέο ατομικό ρεκόρ στα 3.000 μέτρα στιπλ τερματίζοντας στην 7η θέση των Αμερικανικών Τrials που έγιναν ενόψει των Ολυμπιακών αγώνων νωρίτερα φέτος.
Η συγκεκριμένη περίπτωση δρομέα έχει ενδιαφέρον καθώς η προπονητική της ομάδα άλλαξε την φιλοσοφία της απο το 2021 μέχρι σήμερα σε οτι αφορά τη διατροφή σε σχέση με το σωματότυπο της Οstrander.Αμφισβήτησαν την φαινομενικά καθολική πεποίθηση μεταξύ των προπονητών τρεξίματος ότι οι αθλητές πρέπει να περιορίζουν την πρόσληψη τροφής. Τους φαινόταν αδιανόητο το γεγονός ότι το άθλημα ωθούσε τους αθλητές να κάνουν μακροπρόθεσμες βλάβες στο σώμα τους με έναν συγκεκριμένο τρόπο μέσω της διαταραγμένης διατροφής .Και έτσι έκαναν το αντίθετο.
Τροφοδοτούσαν τους τρόπους που έκαναν της Ostrander να νιώθει δυνατή και να έχει καλή απόδοση, που περιελάμβανε συχνά γεύματα και να μην περιορίζει ποτέ το είδος των τροφών που λαχταρούσε το σώμα της.
Οι δρομείς πρέπει να έχουν δυνατό εαυτό και οχι αδύνατο σώμα
Τη δεκαετία του 1990 ξεκίνησε μια μεγάλη έρευνα για την Σχετική Ενεργειακή Ανεπάρκεια στον Αθλητισμό γνωστή με την ονομασία RED-S( Relative Energy Deficiency in Sport) , απο την οποία επιβεβαιώθηκε η ευθεία συσχέτιση της ενεργειακής ανεπάρκειας με την μειωμένη οστική πυκνότητα αλλά και την διαταραχή της της εμμηνορροϊκής δυσλειτουργίας σε οτι αφορά τις γυναίκες. Μάλιστα σε οτι αφορά τον γυναικείο πληθυσμό το φαινόμενο είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις.
Ωστόσο παρά το πλήθος των στοιχείων, χρειάστηκαν χρόνια για να αλλάξουν οι προπονητές και οι δρομείς τον τρόπο που μιλούν για το θέμα ενώ μέχρι και σήμερα ενα αξιόλογο ποσοστό εξακολουθούν να δηλώνουν άγνοια για τις επιπτώσεις και την επίδραση στην αγωνιστική απόδοση. Στις Η.Π.Α μια μελέτη του 2022 που διεξήγαγε έρευνα σε αθλητές και προπονητές , έδειξε ότι το 84% των αθλητών και το 89% των προπονητών ανέφεραν ότι δεν έλαβαν καμία εκπαίδευση για το RED-S.
Πλέον οι ενημερωμένοι προπονητές και εξειδικευμένοι διατροφολόγοι κινούνται σε ενα κοινό μονοπάτι επαναδιατυπώνοντας την έννοια της διατροφής. Το φαγητό για τον δρομέα ειναι ένας τρόπος για να δώσει στο σώμα του ενα δείγμα σεβασμού. Δηλαδή να προσφέρεις στο σωμα σου όλα όσα χρειάζεται για να αποδώσει τα μέγιστα. Ευτυχώς πλέον κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος η ιδεα οτι «Το να τρώμε αρκετά είναι το πιο σημαντικό μέρος της προπόνησης ως αθλητές αντοχής».
Οι μελέτες πάνω σε αυτό το θέμα έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια. Έχει αποδειχθεί ότι η υποτροφοδότηση, ακόμη και για μια μέρα, μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στο ενδοκρινικό και νευρικό σύστημα, στην αναπαραγωγική υγεία και να επηρεάσει την ψυχική υγεία και απόδοση. Αυτά τα αποτελέσματα μπορεί να είναι εκθετικά όταν οι αθλητές βιώνουν υποτροφοδότηση για μήνες και χρόνια.
Στο περιθώριο η προπονητική φιλοσοφία που απαιτεί συγκεκριμένο σωματότυπο
Πάντως στις Η.Π.Α προπονητές που εξακολουθούν να απαιτούν απο τους αθλητές τους την παρωχημένη και επικίνδυνη όπως έχει αποδειχθεί απο την επιστήμη, εφαρμογή της θεωρίας του υποσιτισμού για να μειώσουν βάρος και σωματικό λίπος μπαίνουν στο περιθώριο. Πριν απο λίγους μήνες , το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο έλυσε τη συνεργασία του με προπονητές του στίβου, αφού μια εσωτερική έρευνα του 2023 έδειξε ότι το πρόγραμμα τους είχε απαιτήσει και υπερτονίσει την αξία των τεστ σύστασης σώματος για όλους τους αθλητές, λέγοντας συχνά στους αθλητές ότι τα ποσοστά σωματικού λίπους ήταν εξαιρετικά σημαντικά για την απόδοση τους.Το πανεπιστήμιο έκρινε οτι αυτη η προπονητική προσέγγιση δημιουργεί ένα «ένα ανθυγιεινό περιβάλλον» για τους αθλητές-φοιτητές του.
Συμπέρασμα: Το να επιτρέπουμε σε έναν αθλητή, ιδιαίτερα σε μια αθλήτρια, να εξερευνήσει και να καταλάβει τι λειτουργεί για αυτήν/τον και τι όχι, είναι ένας πολύ καλύτερος δρόμος στις μέρες μας από το να τους λέει κάποιος απλώς τι να κάνει. Δεν λειτουργεί πια έτσι.