40 Χρόνια Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (5)-Βούλα Τσιαμήτα: Το πρώτο χρυσό κορίτσι της Ελλάδας
Runbeat Team 16:11 17-08-2023
Η Βούλα Τσιαμήτα ήταν η πρώτη αθλήτρια που χάρισε χρυσό μετάλλιο στην Ελλάδα σε Παγκόσμιο πρωτάθλημα. Το πέτυχε το 1999 στη Σεβίλλη αγωνιζόμενη στο τριπλούν.
Διαβάστε το αφιέρωμα σε αυτή την εκπληκτική αθλήτρια...
Χρειάστηκε να περάσουν 16 χρόνια από το πρώτο ελληνικό μετάλλιο σε παγκόσμιο πρωτάθλημα μέχρι να έρθει το πρώτο χρυσό. Τα κατάφερε η Βούλα Τσιαμήτα το 1999 στη Σεβίλλη και ο εθνικός μας ύμνος ακούστηκε για πρώτη φορά στη μεγάλη αυτή διοργάνωση.
Αν η Βούλα Τσιαμήτα κατοικούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε σίγουρα κάποιο μεγάλο στούντιο θα είχε αναλάβει την παραγωγή σειράς ή κινηματογραφικής ταινίας βασισμένη στη ζωή της. Ίσως κανείς άλλος αθλητής ή αθλήτρια της σύγχρονης εποχής δεν ξεπέρασε τόσα εμπόδια και κακοτυχίες μέχρι να διασχίσει το μονοπάτι της δόξας.
Η Βούλα Τσιαμήτα χάρισε στην Ελλάδα τον πρώτο της παγκόσμιο τίτλο στις 24 Αυγούστου 1999 στη Σεβίλλη, προλαβαίνοντας κατά τέσσερις μέρες την ακοντίστρια Μιρέλα Μανιάνι.
«Ήμουν έτοιμη να κερδίσω, ένιωθα σίγουρη. Η παρουσία μου σε όλους τους αγώνες εκείνη τη χρονιά είχαν ενισχύσει την αυτοπεποίθησή μου», μας λέει η Βούλα Τσιαμήτα φέρνοντας στο νου της εκείνη την εκπληκτική γι’ αυτήν σεζόν.
Μέχρι να φτάσει, όμως, σε αυτό το επίπεδο, το κορίτσι με το πιο γλυκό χαμόγελο στον ελληνικό αθλητισμό, πέρασε από δεκάδες σκοπέλους και ήρθε αντιμέτωπη με πολλά προβλήματα και δυσκολίες.
Το ταλέντο της είχε ξεχωρίσει από τότε που ήταν ακόμα κορασίδα στο Βόλο, στην πατρίδα της. Στα 17 της είχε ήδη στεφθεί πρωταθλήτρια Ελλάδας στο μήκος. Μετακόμισε στην Αθήνα για σπουδές, αλλά δεν βρήκε τις συνθήκες, την οικονομική στήριξη και την αντιμετώπιση που περίμενε. Απομακρύνθηκε από τους στίβους και βρέθηκε να παλεύει για την αξιοπρέπειά της.
Η αγάπη της για τον αθλητισμό, όμως την… έτρωγε. Επανήλθε, αλλά είχε χάσει πάρα πολύ έδαφος. Ο ελληνικός στίβος ήταν γιομάτος μεγάλους αθλητές και δεν υπήρχε η πολυτέλεια να ασχοληθεί κάποιος αποκλειστικά μαζί της, ενώ παράλληλα έπρεπε να αποκατασταθεί και επαγγελματικά. Κι έτσι, είπε νέο «αντίο» στις προπονήσεις και στους αγώνες.
Το μικρόβιο του κλασικού αθλητισμού, ωστόσο, εξακολουθούσε να κυλά στις φλέβες της. Πήρε έμπνευση από το αργυρό μετάλλιο της Νίκης Ξάνθου το 1997 στην Αθήνα και σε συμφωνία με τον Γιώργο Πομάσκι έκανε την τρίτη απόπειρά της να πετύχει αυτό για το οποίο προοριζόταν. Αυτή τη φορά αποφασισμένη να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο και να εξαντλήσει τις πιθανότητες, ώστε να φτάσει σε μια πολύ μεγάλη διάκριση.
Ύστερα από μια σεζόν όπου σάρωσε τα πάντα, στο μεγάλο αγώνα-στόχο πια, το παγκόσμιο πρωτάθλημα της Σεβίλλης, μπήκε αποφασισμένη να πατήσει στην κορυφή.
«Είχα μετρήσει όλες τις αντίπαλές μου. Πίστευα ότι είμαι η καλύτερη, είχα εξαιρετική ψυχολογία. Στη Σεβίλλη ταξίδεψα με τη σιγουριά της νικήτριας. Γι’ αυτό και στον προκριματικό (σ.σ.: 22 Αυγούστου), βγήκε το μεγάλο ρεκόρ, 15.07».
Παρά την αυτοπεποίθησή της η Βούλα είχε μια μικρή αμφιβολία για το αν όλο αυτό που ζούσε και αισθανόταν ήταν η πραγματικότητα ή μια οφθαλμαπάτη. Ο λόγος…
«Αγωνιστικά ήμουν σε πολύ καλή κατάσταση, αλλά, να, έβλεπα δίπλα μου στο προθερμαντήριο τα μεγάλα ονόματα του στίβου, τη Μάριον Τζόουνς για παράδειγμα. Είχαν μαζί τους ολόκληρο επιτελείο να τους υποστηρίζει και έλεγα, ‘μήπως όλο αυτό που ζω είναι όνειρο;’. Εγώ είχα μόνο τον προπονητή μου, τον Γιώργο Πομάσκι απέναντι στα… θηρία. Σκεφτόμουν μη συμβεί κάτι κι αυτή η μαγική εικόνα διαλυθεί».
Το άλμα στα 15.07 ήταν νέο πανελλήνιο ρεκόρ, αλλά το μεγαλύτερο παράσημο για την 27χρονη τότε πρωταθλήτρια ήταν τα συγχαρητήρια του προπονητή του Σεργκέι Μπούμπκα, Βιτάλι Πετρόφ για την άψογη τεχνική της.
«Ένιωσα υπερήφανη που ένας τόσο σημαντικός προπονητής με συνεχάρη. Μου έδωσε έξτρα ώθηση ενόψει του τελικού. Όπως με βοήθησε πολύ η εμπιστοσύνη που μου έδειχναν ο Μίνωας Κυριακού και ο Γιώργος Γλου, οι οποίοι μετέφεραν μια θετικά αύρα».
Στον τελικό η Βούλα πήδηξε λιγότερο, 14.88, με το πρώτο της άλμα, αλλά ουσιαστικά δεν απειλήθηκε, αφού η Κουβανή Γιαμιλέ Αλντάμα και η άλλη μεγάλη Ελληνίδα κυρία του τριπλούν με καταγωγή επίσης από το Βόλο, η Όλγα Βασδέκη, ακολούθησαν με 14.61.
«Έβλεπα στον αγώνα ότι τα υπόλοιπα κορίτσια δεν μπορούσαν να βγάλουν αντίδραση. Κυνήγησα μια καλύτερη επίδοση, αλλά ίσως από τον υπερβολικό ενθουσιασμό, από τη δίψα να προσφέρω κάτι πολύ μεγάλο στο κοινό, δεν μου βγήκε.
Η ατμόσφαιρα στο στάδιο ήταν εκπληκτική, τα ντεσιμπέλ πολλά. Όμως, ο μόνος ήχος που ξεχώριζε στα αυτιά μου ήταν τα λόγια του προπονητή μου. Ήταν τόση η χαρά μου όταν τελείωσε ο αγώνας, που ένιωθα να πετάω στα ουράνια. Τότε, ο Γιώργος μού λέει, πάρε τη σημαία και πανηγύρισέ το. Κι αυτό έκανα!».
Και έρχεται η ώρα της απονομής. Ένα βάθρο γαλανόλευκο, ελληνικό, βολιώτικο με τη Βούλα Τσιαμήτα και την Όλγα Βασδέκη να φορούν το πιο αστραφτερό χαμόγελό τους.
«Ανέβηκα στο πρώτο σκαλί και σκέφτηκα όλα αυτά που έκανα από τα 12 μέχρι εκείνη τη μέρα που ήμουν 27 ετών, για να κερδίσω αυτόν τον τίτλο. Σκέφτηκα, και τους έχω ακόμα στο μυαλό μου και στην καρδιά μου με πολύ αγάπη, αυτούς τους πέντε ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα, με στήριξαν και με βοήθησαν να πατήσω στην κορυφή».
Οι Μοίρες που ύφαιναν την αθλητική ζωή της Βούλας Τσιαμήτα τής φέρθηκαν σκληρά, αφού οι τραυματισμοί δεν της επέτρεψαν να συνεχίσει να μας προσφέρει μετάλλια και διακρίσεις ούτε το παγκόσμιο ρεκόρ που ήταν ο επόμενος, μεγάλος στόχος που είχε θέσει.
Ήταν όμως γενναιόδωρες όσον αφορά την προσωπική ζωή της, αφότου σταμάτησε τον αθλητισμό. Της χάρισαν μια υπέροχη οικογένεια: το σύζυγό της Δημήτρη και δύο πανέμορφες κόρες. Η Βούλα δεν ακολούθησε το δρόμο της προπονητικής, αλλά ασχολήθηκε με το διαδικτυακό εμπόριο γυναικείας ένδυσης. Διατηρεί δύο ηλεκτρονικά καταστήματα το fashionlady.gr και το tsiamita.gr.
Ακόμα και σήμερα όταν τη ρωτάνε, όπως κι εμείς, ποιο ήταν αυτό η έξτρα δύναμη που την ώθησε, παρά τις μύριες, όσες αντιξοότητες να φτάσει στον κολοφώνα της δόξας, απαντά:
«Ο Έλληνας κερδίζει με την ψυχή του. Είναι αυτή που σε βοηθά να ξεπερνάς κάθε λογική, ιδίως όταν οι δυσκολίες και οι προκλήσεις είναι πολύ μεγάλες!».